Του Ευστράτιου Τζαμπαλάτη Αρχιτέκτονα Μηχανικού
Ο λαός κρύβει μια ιδιαίτερη σοφία και αυτό φαίνεται από τις διαχρονικές παροιμίες και φράσεις που κατά καιρούς δημιουργεί. Μία από αυτές που λέγονται συχνά είναι “το κράτος φταίει για όλα”. Μια φράση που μέσα στην παιδικότητά της κρύβει μια πολύ μεγάλη αλήθεια, γιατί πράγματι το κράτος είναι η πρωταρχική πηγή γέννησης προβλημάτων τα οποία συνδυαζόμενα με τις καταπιεστικές συνθήκες ενός οικονομικού συστήματος, εκκολάπτουν την πιο ακραία συνθήκη που θα μπορούσε να εμφανιστεί σε μια ανθρώπινη κοινωνία: τον κοινωνικό κανιβαλισμό. Δυστυχώς, για τον γεωγραφικό χώρο που ονομάζεται Ελλάδα, η ίδια η ιστορία είναι αυτή που έρχεται για ακόμα μία φορά να μας υπενθυμίσει ότι σ’ αυτόν τον τόπο δεν λύνονται τα προβλήματα, αλλά συνεχώς επανέρχονται με νέα δεδομένα.
Αν και τα κράτη εκ γενετής έχουν το πρόβλημα της μη ταύτισής τους με τις κοινωνικές ανάγκες, το ελληνικό κράτος θυμίζει τα μικρά παιδιά που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα λάθη τους μέσα στο πλαίσιο της εξερεύνησης του κόσμου. Μόνο που εδώ φαίνεται πως όλα γίνονται εσκεμμένα και το κάθε λάθος στοιχίζει πολύ, έχοντας άμεσες επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία του κοινωνικού ιστού.
Το πρόβλημα λοιπόν της δημόσιας αστικής μετακίνησης εμφανίζεται ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν δηλαδή αρχίζουν με αργούς ρυθμούς να εμφανίζονται τα πρώτα δημόσια μέσα μαζικής μεταφοράς. Μπορεί τα ξύλινα λεωφορεία που πρωτοεμφανίστηκαν το 1915 να έβγαζαν έναν ρομαντισμό μέσα από τις ξύλινες ρόδες και τα μικροσκοπικά κουρτινάκια στα τζάμια των παραθύρων, σύντομα όμως –μόλις από το 1917- θα αποτελέσουν έναν κινούμενο δημόσιο χώρο που μέσα του θα γεννηθεί η γνωστή σε όλες και όλους μας κουλτούρα του οπτικού βιασμού. Η αποτυχία του κράτους να εξυπηρετήσει τους πολίτες του ήταν εμφανής από τα πρώιμα χρόνια χρήσης αυτών των μέσων. Η εφημερίδα “Εμπρός” σε άρθρο της εποχής, στις 7 Ιουνίου του 1919, μας ενημερώνει για το πόσο αργές ήταν οι δημόσιες συγκοινωνίες, σε σημείο που περπατώντας μπορούσες να διανύσεις το ίδιο δρομολόγιο δύο φορές στον ίδιο χρόνο.
Στην εξαιρετικά χαμηλή ποιότητα δημόσιας-αστικής μετακίνησης η οποία ερχόταν σε πλήρη σύγκρουση με την ανθρώπινη λογική και αξιοπρέπεια, δημοσιεύματα της εποχής μάς μεταφέρουν την πραγματική εικόνα που επικρατούσε μέσα από φράσεις όπως “αλληλοπατιούνται”, “δέρνονται”, “συνωθούνται” και, το πιο σοκαριστικό, ότι κρέμονταν από τους εξώστες σαν “υπερώριμα σταφύλια”. Οι συνθήκες αυτές όμως δεν ήταν αρκετές για να συμπληρώσουν τη πραγματική εικόνα εκείνης της περιόδου. Ο κακοσυντηρημένος “γκρίζος μπόγιας” –δεν είναι τυχαίο ότι χαρακτήριζαν έτσι το λεωφορείο– ήταν υπεύθυνος για πολλά ατυχήματα σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ενώ η ζήτηση για δημόσια μετακίνηση ήτανε πολύ μεγάλη, το κράτος αδυνατούσε έστω και να μετριάσει την κατάσταση, ενώ τα λεωφορεία συνέχιζαν να τραυματίζουν κόσμο και να πέφτουν στον ποταμό Ιλισό!.
Αυτές λοιπόν οι απάνθρωπες συνθήκες οι οποίες κατέστρεφαν κάθε ίχνος ανθρωπιάς και αξιοπρέπειας σε συνδυασμό με το χαμηλό βιοτικό επίπεδο που εξαθλίωνε τόσο οικονομικά όσο και πνευματικά τους ανθρώπους, οδήγησε στην εμφάνιση του οπτικού βιασμού που κυριαρχούσε μέσα στα ασφυκτικά από κόσμο λεωφορεία. Δημοσίευμα της εφημερίδας “Εμπρός” στις 10 Αυγούστου του 1915 μας παρουσιάζει τη σοκαριστική εικόνα των λεωφορείων όπου, μπροστά στο όμορφο σώμα μιας νεαρής κοπέλας, τα πυρωμένα μάτια των αντρών επιβατών ξέσκιζαν τη φτωχική της μπλούζα, ενώ τα χέρια τους μετά βίας συγκρατούνταν για να μην κατασπαράξουν το σώμα της. Ερχόμενοι στο σήμερα, βλέπουμε πως όχι μόνο δεν έχει αλλάξει τίποτα, αλλά το ίδιο πρόβλημα επέστρεψε διογκωμένο με διαφορετική μορφή. Οι καραμέλες που έδιναν ως ρέστα οι εισπράκτορες στους εκνευρισμένους πολίτες αντικαταστάθηκαν από συχνά επιθετικές συμπεριφορές σε όσους και όσες αδυνατούν να πληρώσουν εισιτήριο, ενώ τα “έτοιμα να κατασπαράξουν βλέμματα” έδωσαν τη θέση τους στα ανεπιθύμητα αγγίγματα επάνω στα γυναικεία σώματα.
Κάθε ζεστή μέρα, όσες και όσοι χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς αναγκάζονται να ποτιστούν με ιδρώτα και οσμές άλλων ανθρώπων, που τις περισσότερες φορές δεν είναι καθόλου ευχάριστες. Εδώ λοιπόν έρχεται η αρχική παρατήρηση ότι το κράτος είναι υπεύθυνο για τη γέννηση και διόγκωση αυτού του προβλήματος. Σε πρώτο στάδιο το κράτος δεν εκλαμβάνει τη δημόσια μετακίνηση ως βασικό κοινωνικό αγαθό που πρέπει να παραχωρείται δωρεάν σε όλους τους πολίτες. Παρά το γεγονός, όμως, ότι οι πολίτες συνεισφέρουν οικονομικά πληρώνοντας φόρους και εισιτήρια, το κράτος αρνείται πεισματικά να δημιουργήσει ένα αξιοπρεπές δίκτυο δημόσιων συγκοινωνιών.
Για να μην επιρρίπτουμε όμως ευθύνες χωρίς να κάνουμε αυτοκριτική, μας αναλογεί και εμάς ένα μερίδιο ευθύνης για την εξέλιξη όλων αυτών των ζητημάτων. Το παρόν κείμενο δεν έχει σκοπό την κατάθεση λύσεων και προτάσεων για το πρόβλημα της ποιότητας των δημόσιων μέσων μεταφοράς, αλλά είναι μια προσπάθεια να οξύνει την αντίληψη της ανθρώπινης επαφής και επικοινωνίας.
Το γυναικείο σώμα μπορεί να βιάζεται καθημερινά από τα αντρικά βλέμματα πάνω σε διαφημίσεις, περιοδικά και τηλεοπτικές εκπομπές, μπορεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής να έχει εγκλωβίσει τον καθένα και την καθεμία στα προσωπικά του προβλήματα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι σαν άνθρωποι θα αφήσουμε τους εαυτούς μας να κατρακυλήσουν στο στάδιο του κοινωνικού κανιβαλισμού. Χρειάζεται να μιλάμε και να παίρνουμε θέση εμείς οι ίδιοι σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Όταν μέσα στα λεωφορεία ένας συνάνθρωπος νιώθει ενοχλημένος από κάποια συμπεριφορά κάποιου άλλου ατόμου, είναι ευθύνη όλων μας να πάρουμε θέση και να λύσουμε το πρόβλημα εκείνη τη στιγμή.
Δεν χρειαζόμαστε κανένα τρίτο πρόσωπο και κανέναν ειδικό για να παρέμβει σε κάτι που εμείς οι ίδιοι το ζούμε και γνωρίζουμε το πώς εξελίχθηκε. Ένα από τα βασικότερα αγαθά μιας ανθρώπινης κοινωνίας είναι η αλληλοπροστασία των μελών της και η κοινωνική-συλλογική καταπολέμηση κάθε συμπεριφοράς που βλάπτει το κοινωνικό σύνολο. Γιατί πάνω απ’ όλα είμαστε άνθρωποι και είναι υποχρέωση όλων μας να παραμείνουμε Άνθρωποι.
Ο λαός κρύβει μια ιδιαίτερη σοφία και αυτό φαίνεται από τις διαχρονικές παροιμίες και φράσεις που κατά καιρούς δημιουργεί. Μία από αυτές που λέγονται συχνά είναι “το κράτος φταίει για όλα”. Μια φράση που μέσα στην παιδικότητά της κρύβει μια πολύ μεγάλη αλήθεια, γιατί πράγματι το κράτος είναι η πρωταρχική πηγή γέννησης προβλημάτων τα οποία συνδυαζόμενα με τις καταπιεστικές συνθήκες ενός οικονομικού συστήματος, εκκολάπτουν την πιο ακραία συνθήκη που θα μπορούσε να εμφανιστεί σε μια ανθρώπινη κοινωνία: τον κοινωνικό κανιβαλισμό. Δυστυχώς, για τον γεωγραφικό χώρο που ονομάζεται Ελλάδα, η ίδια η ιστορία είναι αυτή που έρχεται για ακόμα μία φορά να μας υπενθυμίσει ότι σ’ αυτόν τον τόπο δεν λύνονται τα προβλήματα, αλλά συνεχώς επανέρχονται με νέα δεδομένα.
Αν και τα κράτη εκ γενετής έχουν το πρόβλημα της μη ταύτισής τους με τις κοινωνικές ανάγκες, το ελληνικό κράτος θυμίζει τα μικρά παιδιά που επαναλαμβάνουν συνεχώς τα λάθη τους μέσα στο πλαίσιο της εξερεύνησης του κόσμου. Μόνο που εδώ φαίνεται πως όλα γίνονται εσκεμμένα και το κάθε λάθος στοιχίζει πολύ, έχοντας άμεσες επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία του κοινωνικού ιστού.
Το πρόβλημα λοιπόν της δημόσιας αστικής μετακίνησης εμφανίζεται ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, όταν δηλαδή αρχίζουν με αργούς ρυθμούς να εμφανίζονται τα πρώτα δημόσια μέσα μαζικής μεταφοράς. Μπορεί τα ξύλινα λεωφορεία που πρωτοεμφανίστηκαν το 1915 να έβγαζαν έναν ρομαντισμό μέσα από τις ξύλινες ρόδες και τα μικροσκοπικά κουρτινάκια στα τζάμια των παραθύρων, σύντομα όμως –μόλις από το 1917- θα αποτελέσουν έναν κινούμενο δημόσιο χώρο που μέσα του θα γεννηθεί η γνωστή σε όλες και όλους μας κουλτούρα του οπτικού βιασμού. Η αποτυχία του κράτους να εξυπηρετήσει τους πολίτες του ήταν εμφανής από τα πρώιμα χρόνια χρήσης αυτών των μέσων. Η εφημερίδα “Εμπρός” σε άρθρο της εποχής, στις 7 Ιουνίου του 1919, μας ενημερώνει για το πόσο αργές ήταν οι δημόσιες συγκοινωνίες, σε σημείο που περπατώντας μπορούσες να διανύσεις το ίδιο δρομολόγιο δύο φορές στον ίδιο χρόνο.
Στην εξαιρετικά χαμηλή ποιότητα δημόσιας-αστικής μετακίνησης η οποία ερχόταν σε πλήρη σύγκρουση με την ανθρώπινη λογική και αξιοπρέπεια, δημοσιεύματα της εποχής μάς μεταφέρουν την πραγματική εικόνα που επικρατούσε μέσα από φράσεις όπως “αλληλοπατιούνται”, “δέρνονται”, “συνωθούνται” και, το πιο σοκαριστικό, ότι κρέμονταν από τους εξώστες σαν “υπερώριμα σταφύλια”. Οι συνθήκες αυτές όμως δεν ήταν αρκετές για να συμπληρώσουν τη πραγματική εικόνα εκείνης της περιόδου. Ο κακοσυντηρημένος “γκρίζος μπόγιας” –δεν είναι τυχαίο ότι χαρακτήριζαν έτσι το λεωφορείο– ήταν υπεύθυνος για πολλά ατυχήματα σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ενώ η ζήτηση για δημόσια μετακίνηση ήτανε πολύ μεγάλη, το κράτος αδυνατούσε έστω και να μετριάσει την κατάσταση, ενώ τα λεωφορεία συνέχιζαν να τραυματίζουν κόσμο και να πέφτουν στον ποταμό Ιλισό!.
Αυτές λοιπόν οι απάνθρωπες συνθήκες οι οποίες κατέστρεφαν κάθε ίχνος ανθρωπιάς και αξιοπρέπειας σε συνδυασμό με το χαμηλό βιοτικό επίπεδο που εξαθλίωνε τόσο οικονομικά όσο και πνευματικά τους ανθρώπους, οδήγησε στην εμφάνιση του οπτικού βιασμού που κυριαρχούσε μέσα στα ασφυκτικά από κόσμο λεωφορεία. Δημοσίευμα της εφημερίδας “Εμπρός” στις 10 Αυγούστου του 1915 μας παρουσιάζει τη σοκαριστική εικόνα των λεωφορείων όπου, μπροστά στο όμορφο σώμα μιας νεαρής κοπέλας, τα πυρωμένα μάτια των αντρών επιβατών ξέσκιζαν τη φτωχική της μπλούζα, ενώ τα χέρια τους μετά βίας συγκρατούνταν για να μην κατασπαράξουν το σώμα της. Ερχόμενοι στο σήμερα, βλέπουμε πως όχι μόνο δεν έχει αλλάξει τίποτα, αλλά το ίδιο πρόβλημα επέστρεψε διογκωμένο με διαφορετική μορφή. Οι καραμέλες που έδιναν ως ρέστα οι εισπράκτορες στους εκνευρισμένους πολίτες αντικαταστάθηκαν από συχνά επιθετικές συμπεριφορές σε όσους και όσες αδυνατούν να πληρώσουν εισιτήριο, ενώ τα “έτοιμα να κατασπαράξουν βλέμματα” έδωσαν τη θέση τους στα ανεπιθύμητα αγγίγματα επάνω στα γυναικεία σώματα.
Κάθε ζεστή μέρα, όσες και όσοι χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς αναγκάζονται να ποτιστούν με ιδρώτα και οσμές άλλων ανθρώπων, που τις περισσότερες φορές δεν είναι καθόλου ευχάριστες. Εδώ λοιπόν έρχεται η αρχική παρατήρηση ότι το κράτος είναι υπεύθυνο για τη γέννηση και διόγκωση αυτού του προβλήματος. Σε πρώτο στάδιο το κράτος δεν εκλαμβάνει τη δημόσια μετακίνηση ως βασικό κοινωνικό αγαθό που πρέπει να παραχωρείται δωρεάν σε όλους τους πολίτες. Παρά το γεγονός, όμως, ότι οι πολίτες συνεισφέρουν οικονομικά πληρώνοντας φόρους και εισιτήρια, το κράτος αρνείται πεισματικά να δημιουργήσει ένα αξιοπρεπές δίκτυο δημόσιων συγκοινωνιών.
Για να μην επιρρίπτουμε όμως ευθύνες χωρίς να κάνουμε αυτοκριτική, μας αναλογεί και εμάς ένα μερίδιο ευθύνης για την εξέλιξη όλων αυτών των ζητημάτων. Το παρόν κείμενο δεν έχει σκοπό την κατάθεση λύσεων και προτάσεων για το πρόβλημα της ποιότητας των δημόσιων μέσων μεταφοράς, αλλά είναι μια προσπάθεια να οξύνει την αντίληψη της ανθρώπινης επαφής και επικοινωνίας.
Το γυναικείο σώμα μπορεί να βιάζεται καθημερινά από τα αντρικά βλέμματα πάνω σε διαφημίσεις, περιοδικά και τηλεοπτικές εκπομπές, μπορεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής να έχει εγκλωβίσει τον καθένα και την καθεμία στα προσωπικά του προβλήματα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι σαν άνθρωποι θα αφήσουμε τους εαυτούς μας να κατρακυλήσουν στο στάδιο του κοινωνικού κανιβαλισμού. Χρειάζεται να μιλάμε και να παίρνουμε θέση εμείς οι ίδιοι σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας. Όταν μέσα στα λεωφορεία ένας συνάνθρωπος νιώθει ενοχλημένος από κάποια συμπεριφορά κάποιου άλλου ατόμου, είναι ευθύνη όλων μας να πάρουμε θέση και να λύσουμε το πρόβλημα εκείνη τη στιγμή.
Δεν χρειαζόμαστε κανένα τρίτο πρόσωπο και κανέναν ειδικό για να παρέμβει σε κάτι που εμείς οι ίδιοι το ζούμε και γνωρίζουμε το πώς εξελίχθηκε. Ένα από τα βασικότερα αγαθά μιας ανθρώπινης κοινωνίας είναι η αλληλοπροστασία των μελών της και η κοινωνική-συλλογική καταπολέμηση κάθε συμπεριφοράς που βλάπτει το κοινωνικό σύνολο. Γιατί πάνω απ’ όλα είμαστε άνθρωποι και είναι υποχρέωση όλων μας να παραμείνουμε Άνθρωποι.
(Τα κείμενα των «Ρεπόρτερ στο δρόμο» δεν υφίστανται επεξεργασία και εκφράζουν τις απόψεις των συντακτών τους)
http://topontiki.gr/article/40000
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου