του Δημοσθένη - Παπαδάτου Αναγνωστόπουλου

Διάβασα τον απολογισμό του Γιώργου Καμίνη στην αρχή της εβδομάδας. Και προσπάθησα να τον διαβάσω χωρίς τους κακώς εννοούμενους "αυτοματισμούς" της πολιτικής αντιπαλότητας. Αντίθετα, το έκανα από τη σκοπιά κάποιου που το φθινόπωρο του 2010, στις προηγούμενες δηλαδή δημοτικές εκλογές, θεωρούσε ότι η σύγκρουση του Καμίνη με τον Νικήτα Κακλαμάνη στον δεύτερο γύρο δεν ήταν χωρίς διακύβευμα - άρα και χωρίς ενδιαφέρον για την Αριστερά.

Πώς να το κάνουμε: την περίοδο εκείνη, όπως εξάλλου και τώρα, ο Κακλαμάνης "συμφιλίωνε" μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, όντας ο υποψήφιος της τότε ("αντιμνημονιακής") Ν.Δ. και του (μνημονιακότατου) ΛΑΟΣ. Μόνο που, όπως συμβαίνει σε κάθε τέτοιο εγχείρημα, το έκανε υπό συγκεκριμένη "αιγίδα": ο ίδιος είχε συγκρουστεί μετωπικά με τους εργαζόμενους του δήμου, είχε κερδίσει επάξια το παρατσούκλι "Ομέρ Πριόνης", ισοπεδώνοντας μεταξύ άλλων δύο στρέμματα όασης στην οδό Πατησίων με τη βοήθεια των ΜΑΤ, και βεβαίως ήταν ο δήμαρχος επί των ημερών του οποίου στήθηκε το πάρτυ της Χρυσής Αυγής στο κέντρο της Αθήνας, με επίκεντρο τον Άγιο Παντελεήμονα. Χειρότερα δεν γινόταν. Κανείς δεν θα πετύχαινε ένα μείγμα ασφυκτικής πρόσδεσης σε συμφέροντα όπως αυτά του Μπάμπη Βωβού, από τη μια, και ταυτόχρονα "εξιλέωσης" με ισχυρές δόσεις (δεξιού) λαϊκισμού, από την άλλη.


Το σχέδιο της "ανακατάληψης" της πόλης, τη συνέχιση του οποίου διεκδικούσε στις εκλογές του 2010 ο Νικήτας Κακλαμάνης, δεν εκπονήθηκε βέβαια από τον Δήμο Αθηναίων. Επί των ημερών του Κακλαμάνη, όμως, το σχέδιο αυτό αναλήφθηκε και εξειδικεύθηκε από την τοπική Αρχή, στον βαθμό που αυτή η τελευταία αποδεχόταν ενθουσιωδώς τον ρόλο του κυβερνητικού εξαρτήματος, άρα και μια "εξαρτημένη" ανάλυση για τα προβλήματα και τις λύσεις. Δυστυχώς, με το σχέδιο αυτό ο Γιώργος Καμίνης δεν συγκρούστηκε - πλην μεμονωμένων περιστατικών. Στην πραγματικότητα, αν και δήμαρχος της Κεντροαριστεράς, πολιτεύτηκε ως τυπικός κεντροδεξιός. Ως ο δήμαρχος του Κέντρου, στη συγκυρία που το Κέντρο μετατοπίζεται διαρκώς προς τα (ακρο)δεξιά.
Διάβασα, λοιπόν, τον απολογισμό του, ανατρέχοντας την ίδια στιγμή νοερά στην τελευταία τριετία. Και τον διάβασα μην ξεχνώντας το όριο κάθε τέτοιου απολογισμού, αυτό δηλαδή που έθεσε η περικοπή κατά 60% των δαπανών για την Αυτοδιοίκηση κι αυτό που οι αθρόες απολύσεις στο Δημόσιο έκαναν ακόμα πιο ασφυκτικό. Όσο κι αν προσπάθησα, ωστόσο, δεν βρήκα καθόλου αυτονόητη, πολύ περισσότερο δικαιολογήσιμη, τη συνταγή που ακολούθησε ο Γιώργος Καμίνης μέσα στην τριετία αυτή.

Δεν κατάλαβα γιατί, "ένα βήμα πριν από την κατάρρευση", όπως αναφέρει κάπου, οι "νομοθετικές πρωτοβουλίες" που διεκδικεί να πιστωθεί ο απερχόμενος δήμαρχος αφορούν τον περιορισμό των διαδηλώσεων και τα θέατρα, όπως το "Εμπρός", που στη λογική του εγείρουν ζητήματα "ασφάλειας". Δεν κατάλαβα γιατί, όχι η παρουσία των μεταναστών, αλλά το νομικό καθεστώς αυτών των "παράνομα" εισερχόμενων, εξηγεί γιατί η πόλη βρίσκεται ή βρισκόταν "ένα βήμα πριν την κατάρρευση". Δεν κατάλαβα πώς συνέβη, και παρά τις απολύσεις και τις περικοπές, η ποιότητα των υπηρεσιών του δήμου βελτιώθηκε. Δεν κατάλαβα, τέλος, γιατί "η πληττόμενη εικόνα της πόλης" περνά, στον βαθμό τουλάχιστον που υπαινίσσεται ο Γιώργος Καμίνης, από τη Δημοτική Αστυνομία και όχι, αντίθετα, από κάποια κοινωνική υπηρεσία του δήμου.

Όλα αυτά τα ακατανόητα, όμως, υπαγόρευσαν εδώ και μια τριετία "αυτονόητες" στάσεις και τελικά την πολιτική της δημοτικής Αρχής. Όταν η Χρυσή Αυγή συνέχισε το πάρτι, επεκτεινόμενη σαν καρκίνος σε μετάσταση σε ολόκληρο το κέντρο της Αθήνας, ο Γιώργος Καμίνης ένιωθε εγκλωβισμένος από τα άκρα γενικώς - εξ ου και οι "αισθητικές παρεμβάσεις" του περιορίστηκαν στους Αγανακτισμένους στο Σύνταγμα, στο ξήλωμα των πάγκων στην Κλαυθμώνος, στο κυνήγι των αστέγων, στο κλείσιμο της Αγοράς της Κυψέλης, το σφράγισμα της Βίλας Αμαλίας και τη στήριξη του Ξένιου Δία. Στη μείωση της αγοραστικής δύναμης των Αθηναίων, η "προφανής" απάντηση του δημάρχου ήταν, "αυτονοήτως", η επέκταση της λειτουργίας των καταστημάτων. Ενώ οι άνθρωποι του κέντρου βίωναν και βιώνουν την απόσυρση του κράτους, κατ' επιταγή των "δεσμεύσεων", ο ίδιος επέμεινε να θεωρεί ότι ο νεοναζισμός επωάζεται στη θερμοκοιτίδα του αντιμνημονίου. Αλλά τότε σε τι διαφοροποιούνταν "μεθοδολογικά" η κυβερνητική πολιτική και το περίφημο σχέδιο "ανακατάληψης" της Αθήνας;

Ο Γιώργος Καμίνης έδειξε ότι η τυραννία του μνημονιακού αυτονόητου είναι γι' αυτόν πλαίσιο πιο δεσμευτικό απ' ό,τι (παραδόξως;) είναι για την απέναντι πλευρά η "αντιμνημονιακή εμμονή". Στη λογική του, όπως ωραία το διατύπωνε λίγο παλιότερα ο Νικόλας Σεβαστάκης, "ο δημόσιος χώρος μπορεί να είναι μόνο τουριστικός, εμπορικός, καταναλωτικός, έστω με κάποιες εμβόλιμες πολιτισμικές δράσεις, φεστιβάλ γαστρονομίας, έξυπνες και προπαντός δροσερές festivities για το πλήθος".

Κι εμείς; Η επιτυχία της Ανοιχτής Πόλης και του Γαβριήλ Σακελλαρίδη στις επικείμενες δημοτικές εκλογές δεν θα περάσει από την "αποκάλυψη" και την αναγωγή κάθε δεινού της Αθήνας στο Μνημόνιο. Θεωρητικά, εξάλλου, την αντιμνημονιακή διαμαρτυρία διεκδικούν πολλοί, εκ δεξιών και ακροδεξιών προερχόμενοι. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι "μεθοδολογικές" επιλογές δεν είναι απεριόριστες: Είτε η δημοτική πολιτική θα συγκρούεται με την κεντρική διοίκηση, ως τοπική κυβέρνηση που ενθαρρύνει την κοινωνική αλληλεγγύη, την κοινωνική οικονομία, τη συμμετοχή και την αυτοοργάνωση με βάση τα προβλήματα της καθημερινότητας στον πρώτο δήμο της χώρας. Είτε θα περιοριστεί σε ρόλο μεσίτη της κυβέρνησης και των ισχυρών παραγόντων της πόλης στην οικονομία και τον πολιτισμό, μεριμνώντας για τη βελτίωση της εικόνας, όχι όμως και της ζωής. Αλλά αυτό το δεύτερο το έχουμε ζήσει ήδη.